Ελληνικές Ρίζες: η πύλη του γρίκου του Σαλέντο 🇮🇹
Η φωνή: η φωνή του γκρίκο σε δεκάδες ζωντανές ηχογραφήσεις.

Cunti: Οι τρεις θάλασσες
Io mia forà, c'ikhe mia mana ma tria pedìaΗταν μια φορά και υπήρχε μια μητέρα με τρία παιδιά.
Fse tua, dio isan àscimi ce dìskuli, Από αυτά τα δύο ήταν κακά και ατίθασα,
pu e' tti kànnan makà mi mana, c'enan io kalò. και δεν τα πάλευαν καθόλου καλά με τη μητέρα, και ένα ήταν καλό.
O mea ipe: enna pao puttù, ce pirte. Ο πρωτότοκος είπε: πρέπει να φύγω από εδώ, και έφυγε.
Prai, prai, èftase enan daso, on èbbie e nifta Περπατούσε, περπατούσε, έφτασε σε ένα δάσος, έγινε νύχτα,
c'ensìgnase na kami strèmmata, και άρχισαν οι αστραπές,
vrontè, kalazi ce nerò. βροντές, χαλάζι και βροχή.
Cino nsìgnase na kami kàtare. Αυτός άρχισε να καταριέται.
Eftase sse mia ceddhùzza, ide lustro ce tùzzefse. Έφτασε σε μια καλύβα, είδε φως και χτύπησε.
Ec'essu ikhe enan vekkiaruddhi, pu t'upe: Εκεί μέσα ήταν ένας γεροκούτης, που του είπε:
mino pu arte su nifto. t'ònifse (tu ànifse) περιμένε να σου ανοίξω τώρα. Του άνοιξε,
ce tuo embìke olos agrò kànnonta kàtare, και αυτός, όλο βρεγμένος, μπήκε βρίζοντας.
Mùttiso, pedài-mu, ipe o vèkkio, mi kami kàtare. Σώπα, παιδί μου, είπε ο γέροντας, μην βρίζεις.
Pais agrò, teli n'addhàssi? Πηγαίνεις βρεγμένος, θέλεις να αλλάξεις ρούχα;
Ti e' me torì? Και δεν με βλέπεις;
Iso maro vekkiaruddhi on estàvnose ce ipe: Αυτός ο φτωχός γέρος, τον στέγνωσε και είπε:
teli na fai? Se pinài? Θέλεις να φας; Έχεις πείνα;
Umme, ti me pinài. Ναι που έχω πείνα.
On èkame na fai, na pìi ce na kordòsi. Τον έκανε να φάει και να πιει μέχρι να χορτάσει.
Dopo efe c'èbbie: teli na plosi? Ipe. Μετά έφαγε και ήπιε: Θες να κοιμηθείς; του είπε.
U t'òkame (tu èkame) enan òrrio kratti Του έστησε ένα όμορφο κρεβάτι
ce on èkame na plosi. και τον έκανε να κοιμηθεί.
Fsemèrose, cino eskosi, ce o vekkio, t'upe: Ξημέρωσε και αυτός σηκώθηκε και ο γέροντας του είπε:
ti te' na mini o te' na pai? θέλεις να μείνεις ή να φύγεις;
Enna mino ma sena. Πρέπει να μείνω μαζί σου.
Meh! Ellàe, ipe. U doke enan gramma Καλά! Έλα του είπε. Του έδωσε ένα γράμμα
ce mia muleddha, ce àmone ecì pu se ferni και μια μουλά, και πηγαίνει όπου σε πάει,
(perni): mi faristì. μη φοβάσαι.
Dèje. Όχι, (δεν φοβάμαι).
Nneke apanu sti muleddha ce tàrasse. Ανέβηκε στη μουλά και έφυγε.
Ncìgnase na pratisi c'èstase mia ttàlassa Άρχισε να περπατάει και έφτασε σε ένα πέλαγος
aspro sa khiòni. άσπρο σαν χιόνι.
E muleddha pirte na pegliastì ec'essu. Η μικρή μουλά έκανε να μπει μέσα.
Umme, arte embenno, na! Ipe cino, t'ime minna? Ναι, ναι, τώρα μπαίνω, να! Είπε αυτός, που είμαι τρελός;
Prai, prai na pame pu cì pu ìrtamo: ce jùrise. Έλα, πάμε πίσω απ' όπου ήρθαμε, και γύρισαν.
Pirte ston vekkio. Ti èkame? jùrise, ipe tuo? Πήγε στον γέρο. Τι έκανες; γύρισε; είπε αυτός.
ka s'ìmo minghia n'ambo sti ttalassa? Που ήμουν (μήπως τόσο) χαζός να μπω στη θάλασσα;
Nah! Nah! Ipe, to gramma-su Εδώ, κράτα το γράμμα σου! Είπε.
Ah! Ipe cino, allàe, allàe, pedài-mu Αχ! είπε (ο γέροντας), έλα έλα, παιδί μου,
ce àmon èssu-su ti e' kanni ghià mea. και πήγαινε σπίτι σου, γιατί δεν είσαι για μένα.
Emba ec'essu, na, ti eki turnìscia, ce kkudèftu. Μπες εκεί μέσα, δες, που υπάρχουν τα χρήματα και πληρωμένα.
Cino tappu ide ena kulumi turnìscia, Αυτός όταν είδε ένα σωρό λεφτά,
fortòsti ka en ìsoze pai nde ampì nde ambrò φόρτωσε (τόσο) που δεν μπορούσε να πάει ούτε μπροστά ούτε πίσω.
Gòmose es punghe o petto ce pirte. Γέμισε τις τσέπες και το στήθος και έφυγε.
En èsire èssu-su makà, Δεν πήγε καθόλου σπίτι,
èsire st'addho mero ce èvale fùndiko. πήγε αλλού, όπου άνοιξε ένα κατάστημα.
Addhos aderfò èbbie i stessa strà. Ο άλλος αδελφός πήρε τον ίδιο δρόμο.
Nzìgnase o tristo cerò, ce tuo ibbie na kami kàtare Άρχισε το κακό καιρό και αυτός άρχισε να καταριέται.
Pleo ele kàtare ce pleo o nerò t'òzzafse sto muso. Πιο καταρία έκανε, πιο η βροχή του χτυπούσε στο πρόσωπο.
Eftase ecì citto spiti ce tùzzefse. Έφτασε στο σπίτι και χτύπησε
O maro vèkkio: mino pedài-mu, ti arte èrkome. Ο φτωχός γέρος: περίμενε παιδί μου, που τώρα έρχομαι.
Dela, dela, ti me khonni o nerò: Έλα, έλα, που το νερό με κατακλύζει:
u vòtise sia t'ìone o servitùri-ttu. τού μίλησε σαν να ήταν ο δούλος του.
Ti pais agrò! teli na fai? Πώς πας υγρός! Θέλεις να φας;
Pao agrò ce me pinài puro. Πάω υγρός και έχω και πείνα.
O vèkkio u doke na fai na pì ce on estavnose, Ο γέρος του έδωσε να φάει, να πιει και τον στέγνωσε,
depoi, ipe: teli na plosi pedài-mu? και μετά είπε: θέλεις να κοιμηθείς, παιδί μου;
Des ton eh! ka pokka? E' tto fseri ka telo na ploso. Κοίτα το, ε; και τότε; δεν το ξέρεις ότι θέλω να κοιμηθώ;
u t'òftiase enan òrrio krattài ce on èkame na plosi Του έστησε ένα όμορφο κρεβάτι και τον έκανε να κοιμηθεί.
Fsemèrose o pornò ce t'ùpe: Όταν ξημέρωσε (ο γέρος) του είπε:
Teli na pai o meni llio ma mena? Θέλεις να φύγεις ή να μείνεις λίγο μαζί μου;
Telo na mino. Θέλω να μείνω.
Meh, piào tutto gramma ce tuti muleddha, Καλά! πάρε αυτό το γράμμα και αυτό το γαϊδουράκι,
ce àmon ecì pu se perni, min foristì, και πήγαινε εκεί όπου αυτό σε πάει, μη φοβάσαι,
ti en ekhi àdeko. που δεν θα έχεις κανένα κακό.
Tuo èbbie i muleddha ce nsignase na pratisi Αυτός ανέβηκε στο γαϊδουράκι και ξεκίνησε.
Eftase sti tàlassa ce i muleddha pelisti n'ambi. Φτάνει στη θάλασσα και το γαϊδουράκι έκανε για να μπει μέσα.
Cini en io muleddha, àremo ti ione? Αυτή δεν ήταν μια μουλά, ποιος ξέρει τι ήταν;
Cino ìpe: umme, umme! Ettù mbenno, stasu mali! Αυτός είπε: ναι,ναι! εδώ μπαίνω εγώ, κάτσε μεγάλη!
Ebbie i strà ce jùrise ston vekkio. Έκανε το δρόμο πίσω και και γύρισε στον γέρο.
Ti èkame esù, jùrise? Τι έκανες, γύρισε;
ka s'imo pàccio n'ambo sti ttàlassa! Που ήμουν τρελός να μπω στη θάλασσα!
Ah! ipe, evò s'upa n'ambi ti en'ei kakò. Αχ! είπε, εγώ σου είπα να μπεις που δεν θα είχες κακό.
Meh!, allae, allae essu, ipe. Αχ! έλα έλα μέσα, είπε.
Pirte sto kulumi tos turnìscio, Πήγε στο σωρό των χρημάτων,
o fòrtose, c'epirte. το φόρτωσε και αυτός έφυγε.
Tuo jùrise sti khòra-ttu c'evale mia puteka. Αυτός επέστρεψε στο χωριό του και άνοιξε ένα μαγαζί.
Fìnnome puttù ce piànnome atto kecci Σταματάμε εδώ και ξαναρχίζουμε από τον μικρό
pu stei min mana. που έμεινε με τη μάνα του.
En ìfsere tìpo atta diu adèrfia. Δεν ήξερε τίποτα για τους δύο αδελφούς.
Evò, mana, ipe, pao: ti mènome ettù na fsofìsome? Εγώ είπα, μάνα, πάω: μένουμε εδώ για να πεθάνουμε (από την πείνα);
Telo na pao vriko tipo ce na su doko sena. Θέλω να πάω να βρω κάτι για να το φέρω σε σένα.
Pedài-mu, ipe mana, ma tria pedia meno manekì-mu, Γιέ μου, είπε η μάνα, με τρία παιδιά μένω μόνη.
arte pai ce me finni c'evò meno senza tinò. Τώρα φεύγεις και με αφήνεις και εγώ μένω χωρίς κανένα.
Mi mmini prikì fsemu, ti evò jurìzo panta. Μην λυπάσαι για μένα, γιατί εγώ επιστρέφω πάντα.
Ebbie tuo c'èbbie i stessa trà, c'eftase sto stesso daso. Πήγε και πήρε τον ίδιο δρόμο και έφτασε στο ίδιο δάσος.
Strèmmata, vrontè, nerò pleo khiru. Αστραπές, βροντές, βροχή, χειρότερα από πριν.
Ma tuo tus èbbianne ja gapi tu Teù. Αλλά αυτός τα έπαιρνε για την αγάπη του Θεού.
Ide lustro, pirte cirtea, ide ena spitai, Είδε φως, τράβηξε εκεί, και είδε ένα σπίτι,
pirte sti porta ce tùzzefse. πλησίασε την πόρτα και χτύπησε .
O vèkkio n'èbbianne alla_dura, Αλλά ο γέρος το έπαιρνε με χαλαρό τρόπο,
na dume an ei flemma, ele. για να δει, έλεγε αν είχε βλέννα.
Tappu pirte, t'ònifse. Μετά πήγε και του άνοιξε.
Uh! pedài-mu, ipe, pais poddhìn agrò? Ω!, παιδί μου, είπε, πας πολύ υγρός;
Pao alio. Λίγο.
Teli na stavnosi? Θέλεις να στεγνώσεις;
kame kundu teli. Κάνε όπως θέλεις.
U doke na fai, na pìi ce na plosi. Του έδωσε να φάει, να πιει και να κοιμηθεί.
Eskòsi o pornò ce ipe: Σηκώθηκε το πρωί και (ο γέρος) του είπε:
Pos teli, na pai o na mini? Τι θέλεις, να φύγεις ή να μείνεις;
Evo, ipe, ìsela na mino, ma ìsela na mu doi Εγώ, είπε, θα ήθελα να μείνω, αλλά θα ήθελα να μου δώσει
tipo na pao n'o paro i mana-mu, κάτι να φέρω στη μητέρα μου,
ti stei fsofà, depoi jùrizo. που πεθαίνει (από την πείνα), μετά θα γυρίσω.
Tunù tu piàcefse o deskurso: torì ti tuon e' kalò? Αυτού άρεσε ο λόγος: θέλεις να δεις (είπε μέσα του) ότι αυτός είναι καλός;
U doke kanè prama ce on èfike. Του έδωσε κάτι και τον άφησε (να πάει).
Itto pedì, dappu is pire na fai i màna-tu, jùrise. Αυτό το αγόρι, αφού έφερε φαγητό στη μητέρα του, γύρισε.
Pedài-mu, ipe tuo, i stammèni diu addhi ettù, Παιδί μου, είπε αυτός, ήταν δύο άλλοι εδώ,
ma tispo tèlise na kami cio pu tos ipa. αλλά κανένας δεν ήθελε να κάνει αυτό που τους είπα.
Sù pià' tutto gramma, neà panu es tutti foratèddha Πήγαινε αυτήν την επιστολή, ανέβα σε αυτό το φοραδάκι,
ce àmone ecì pu se perni tui, mi foristì. και πήγαινε όπου σε πάει αυτό, μη φοβάσαι.
Deje, ipe tuo. Όχι (φοβάμαι), απάντησε αυτός.
Ebbie o gramma, nneke panu sti forateddha Πήρε την επιστολή και ανέβηκε πάνω στο άλογο
ce tàrasse. και ξεκίνησε.
Prai, prai, eftase sse mia ttàlassa aspri sa khioni. Περπάτησε και περπάτησε, έφτασε σε μια θάλασσα λευκή σαν χιόνι.
E forateddha pelisti n'ambi ce sia pu vresì Το μικρό άλογο πήδηξε για να μπει, και ήταν σαν να βρίσκεσαι
mes ena kampo khioni ce khalazi: σε ένα χωράφι χιονιού και χαλάζιου:
jetti mia strà ce diavike. άνοιξε ένα δρόμο και πέρασε.
Guike pu cì tui, ce pratonta, pratonta, Βγήκε από εκείνη (τη θάλασσα) και περπατώντας, ερπατώντας,
èftase addhi ttàlassa turkìna, òrria, έφτασε σε μια άλλη θάλασσα γαλάζια, όμορφη και
kupa kupa, sia ti stei i torò. σκοτεινή, σαν να τη τη βλέπω.
E forateddha pelisti n'ambi, jetti mia strà Το άλογο έκανε για να μπει, άνοιξε ένα δρόμο
ce embike. και μπήκε μέσα.
Egguìke pu cì, pràtise lion addho, Βγήκε από εκεί, περπάτησε λίγο ακόμα,
c'èftase mia ttàlassa rodinì, rodinì san ghièma. και έφτασε σε μια θάλασσα κόκκινη, κόκκινη σαν (να ήταν) αίμα.
E forateddha mapale mbìke, jetti mia strà, Το άλογο μπήκε ξανά, άνοιξε ένα δρόμο,
c'egguike attin addhi merèa. και βγήκε από την άλλη πλευρά.
Pratonta, pratonta, èftase ena kampo, Περπατώντας, περπατώντας, έφτασε σε ένα χωράφι,
san àstriko, ma mia murra pròata, liparà, liparà. σαν πλακόστρωτο, με ένα μεγάλο κοπάδι από πρόβατα, παχύτατα, παχύτατα.
De, de, ipe, senza khorto ce tua steu liparà! Δες, δες,, είπε, χωρίς χόρτο, και αυτά είναι παχύτατα!
Eftase enan addho kampo mo khorto afsilò, έφτασε σε ένα άλλο χωράφι με ψηλό χόρτο,
ma poddha vùja fiàkka, nnankàta. με πολλές αγελάδες αδύνατες και καχεκτικής όψης.
De, ipe tuo, a pròata mes ton àstriko, Δες (λίγο), είπε αυτός, τα πρόβατα στο πλακόστρωτο
ìsan gomata, ce tua mes tossi khari Teù ήταν γεμάτα, και αυτές στη μέση από τόση χάρη του Θεού
stè fsofune! πεθαίνουν (από την πείνα)!
Guike pu cì, pràise kamposso cerò Βγήκε από εκεί, περπάτησε για αρκετό καιρό
c'èftase ena palài, ma mia signura sti barkunà, και έφτασε σε ένα παλάτι, με μια κυρία στο μπαλκόνι,
pu stè ce on èmene: t'ùfsere t'ìkhe na ftasi. που τον περίμενε: ήξερε ότι έπρεπε να φτάσει.
Eftase, nneke, ce i signura ipe: vuh! padài-mu! έφτασε, ανέβηκε και η κυρία φώναξε: ω! παιδί μου!
Ebbie to gramma, on èkame na fai, na pìi Πήρε την επιστολή, τον έκανε να φάει και να πιει,
ce u doke enan addho gramma, και του έδωσε μια άλλη επιστολή,
ce on èkame na jurisi atti stessa podimà. και τον έκανε να επιστρέψει από την ίδια διαδρομή.
Eftase tuo ston vèkkio ce ipe: na! έφτασε στον γέρο είπε: ιδού!
Bravo, ipe o vèkkio! Μπράβο, είπε ο γέρος!
U kùntefse ola ta pràmata. Του διηγήθηκε όλα όσα (του είχαν συμβεί).
Eftasa i pronì ttàlassa: ion aspri sa khioni; Έφτασα στην πρώτη θάλασσα: ήταν λευκή όπως ο χιονιάς;
guika apù cì c'embika es mian addhi, oli turkino. βγήκα από εκεί και μπήκα σε μια άλλη που ήταν τουρκουάζ.
To fsero, ipe o vèkkio. Το ξέρω, είπε ο γέρος.
Eftasa in addhi, kulùsise o kecci, rodinì sa koraddho, Φτάσα σε ένα άλλο, συνέχισε ο μικρός, κόκκινο σαν κοράλλιο,
dopo tuo ena korafi senza khorto και μετά από αυτό ένα χωράφι χωρίς χόρτο
ce ma pròata liparà, liparà. και με τα πρόβατα παχύτατα, παχύτατα.
O fsero, ipe o vèkkio. Το ξέρω, είπε ο γέρος.
Dopo a pròata ìvrika ena kampo ma vùja, Μετά τα πρόβατα βρήκα ένα χωράφι με τις αγελάδες,
m'o khorto pu mbroglièato sta pòja-to, με (τόση) χόρτο που τους πιανόταν στα πόδια,
ce cina pia' pèttonta. και αυτές πήγαιναν να πέσουν (από την πείνα).
Guika pu 's tua, èftasa ena palai òrrio Τελειώνοντας όλα αυτά, έφτασα σε ένα όμορφο παλάτι,
ìvrika mia signura, i doka to gramma, βρήκα μια κυρία, της έδωσα το γράμμα,
ce cini m'èkame na fao, na pio ce m'embiefse. και αυτή με έκανε να φάω και να πιω και με έστειλε (πίσω).
kalà, ipe o vèkkio. Καλά, είπε ο γέρος.
E' na su pò ti èrkutte sto pì. Θα σου εξηγήσω τι σημαίνει όλα αυτά.
E pronì ttàlassa, pu ìon aspri sa kioni, Η πρώτη θάλασσα, που ήταν λευκή σαν χιόνι,
e' to gala tis Maddonna, pu u doke tu kristù. είναι το γάλα της Παναγίας, που έδωσε στον Χριστό.
E turkina ene o manto tis Maddonna Η (θάλασσα) γαλάζια είναι το πέπλο της Παναγίας,
pu enna mas vali olus ecì kau. κάτω από το οποίο πρέπει να μας δεχθεί όλους.
E rotinì ene o ghièma tu kristù pù èrifse ja ma. Η κόκκινη θάλασσα, αντιπροσωπεύει το αίμα του Χριστού που χύθηκε για εμάς.
Itta pròata liparà, pu stèan eci ston àstriko, Αυτά τα παχιά πρόβατα που ήταν εκεί στο πλακόστρωτο,
ion oli e Angeli. ήταν όλοι οι Άγγελοι.
Itta vùja pu stèane sto kalò, ce stèa fiakka Αυτές οι αγελάδες που ήταν στο καλό και περνούσαν άσχημα,
ìon ola ta demogna. ήταν όλοι οι δαίμονες.
Isi Signùra, ìone e Maddonna pu este ecì. Αυτή η κυρία που ήταν εκεί ήταν η Παναγία.
Esù, ipe, arte àmon èssu-su sti màna-su, Τώρα εσύ πηγαίνεις στο σπίτι σου στη μητέρα σου,
ce kùlusa kundu pu ise, kalò. και συνέχισε να είσαι καλός όπως είσαι.
Emba cì simà ce pia' turnìscia possa tteli. Είσαι μέσα και πάρε όσα χρήματα θέλεις.
Cino pìrte ce èbbie alìa. Αυτός πήγε αλλά πήρε λίγα.
Dèje, ipe o vèkkio, ngòma es pùnghe-su Όχι, είπε ο γέρος, γέμισε τις τσέπες σου
na fate esù ce i manèddha-su. για να μπορέσετε να ζήσετε (να φάτε) εσύ και η μητέρα σου.
Tàrasse, o pedai, ce pirte stin màna-ttu. Ο νεαρός έφυγε και επέστρεψε στη μητέρα του.
Mana, ipe, èmasa ti ekhi adèrfia-mu ettù: Μαμά, έμαθα ότι οι αδελφοί μου είναι εδώ:
en ènghize na kàmome mia mali tavla δεν θα ήταν καλό να ετοιμάσουμε ένα μεγάλο γεύμα
ce n'us fonàsome? και να τους προσκαλέσουμε;
Umme, ipe i mana, elèi kalà. Ναι, είπε η μητέρα, λες καλά.
E mana èmine essu na marefsi, Η μητέρα έμεινε στο σπίτι να μαγειρεύει,
ce cino pirte na fonasi t'adèrfia. και αυτός πήγε να προσκαλέσει τους αδελφούς του.
Tui motti on ìdane, pistèfsonta ti pai n'o ghiurèfsi tipo, Αυτοί, όταν τον είδαν, νομίζοντας ότι πήγαινε να ζητήσει κάτι,
u nkarnèfsa o scìddho. του πέταξαν τον σκύλο.
Uh dèrfia-ma, ipe cio, ti kànnete? Ω, αδελφοί μου, είπε, τι κάνετε;
Evò èrkome na sas paro sti tavla, ti èkama sordu, Εγώ ήρθα να σας προσκαλέσω στο γεύμα, γιατί γιατί ευτυχώς,
ce e mana sas teli na fame nomeni. και η μαμά θέλει να φάμε μαζί.
Tui pìrtane na fane. Αυτοί πήγαν να φάνε.
Stu ìmisi tavla, kalefsan diu krokki Στο μέσο του γεύματος κατέβηκαν δύο γάντζοι
(a pràmata t'àscima, skanza_e_libera!) (πράγματα άσχημα, αποφύγε και απελευθερώσου!)
ce us sira apanu. και τους τράβηξαν επάνω.
O pedì to kecci, tòronta tossi lumera, Ο μικρός γιος, βλέποντας τόση πολύ φωτιά,
èpese ci mesa ce pèsane. έπεσε στο πάτωμα και πέθανε.
Irte enan àngelo ce to ppire sto paradiso, Ήρθε ένας Άγγελος και τον πήγε στον παράδεισο,
ce e mana èmine manekhì-ti. και η μητέρα έμεινε μόνη.
Si può iniziare la riproduzione dal rigo desiderato cliccandovi sopra. inizio brano
2012-2024
© www.rizegrike.com